Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

Το παλτό, το στεγνωτήριο και τα τριάκοντα αργύρια

ΤΟ ΠΑΛΤΟ

Φοράει το γκρι παλτό, το ίδιο που φορούσε ένα μήνα πριν, όταν τον πέτυχα στο σούπερ μάρκετ να περπατάει ανέμελος. Στο μπράτσο του να στηρίζεται μια κοπέλα. Το γκρι παλτό του δίπλα στα ξανθά μαλλιά της. Περίεργα του στέκονται αυτά τα ρούχα που δεν ξέρω. Το καλοκαίρι χωρίς παλτό, γυμνοί σ' αυτό το σπίτι, φτιάχναμε καφέ, τρώγαμε παγωτό στον καναπέ, με το ίδιο κουτάλι. 

"Ντύσου να φύγουμε" μου λέει. Δε γνώρισα άλλον άντρα με περισσότερες προστακτικές. Γι αυτό τον ερωτεύτηκα και υπάκουγα πιστά σε όλες. Αλλά τώρα έχω κάτι πατάτες να βράσω. Για την πατατοσαλάτα. Για την πατατοσαλάτα του πάρτι. Του πάρτι που κάνω ανήμερα των γενεθλίων του, παραμονή Χριστουγέννων. Στο πάρτι που κάλεσα όλους του τους φίλους κι ετοίμασα όλα τα φαγητά που ξέρω πως του αρέσουν. Την πατατοσαλάτα. Τις πατάτες. 

Πιάνομαι από τη χύτρα και δεν υπακούω στην προστακτική του. Περήφανη χύτρα, κρατάει αντίσταση. Θέλω να τον δέσω στον καναπέ να μη φύγει, να βάλω κάγκελα στα παράθυρα να μη δραπετεύσει κι αντί γι αυτό λέω: "Οι πατάτες θα αργήσουν. Θα τα πούμε αύριο. Και άσε κάτω τα σοκολατάκια." 

Την άλλη μέρα ξανάρθε με ένα κουτί πούρα. Καλής ποιότητας, για τους καλούς του φίλους είπε. Έφαγε την πατατοσαλάτα, έβγαλε φωτογραφίες τον σκύλο της γειτόνισσας, αυτός κουνούσε την ουρά του. Μου έφτιαξε το χαλασμένο κάλυμμα του θερμοστάτη, γιατί "τόσοι άντρες μπαινοβγαίνουν εδώ μέσα και ένας δεν βρέθηκε να το επισκευάσει". 

Έφυγε νωρίς, του έδωσα κουραμπιέδες και σοκολατάκια, μ' αγκάλιασε. Είδα το γκρι παλτό του να κατεβαίνει τις σκάλες. Μου ήρθαν πάλι στο νου τα ξανθά μαλλιά της και οι ξεφλουδισμένες πατάτες. 



ΤΟ ΠΛΥΝΤΗΡΙΟ

Μου έφερες τα ρούχα σου να τα πλύνω, εκτάκτως, χάλασε το πλυντήριο. Κατεβήκαμε μαζί στην αποθήκη. Έβγαζα τις λευκές ποδιές και τα παντελόνια σου από το στεγνωτήριο, εσύ κρατούσες το καλάθι. Ήταν σα να το κάναμε αυτό μαζί τα τελευταία εκατό χρόνια. Σα να γεράσαμε παρέα, μόνο που ήμαστε ακόμα πολύ νέοι. Δίπλωνα τα παντελόνια της δουλειάς σου, χωρίς να σε κοιτάω, χάιδευα το ύφασμα, ό,τι πιο κοντινό στο δέρμα σου, αφού εσένα πια δεν μπορούσα να σε αγγίξω. Κι ας στεκόσουνα δίπλα μου με σάρκα και οστά. Έκανα ένα αστείο με την ποδιά σου, τεράστια σαν του Τέρκ και του Τζέι Ντι. Κάποτε βλέπαμε Scrubs μαζί, θυμάσαι; Γέλασες. Όχι όπως παλιά. Κάπως πιο θλιμμένα. Κάπως λιγότερο, κάπως αμήχανα. Όπως γελάει κανείς στο τέλος. Όχι καλύτερα, αλλά σα να κλαίει. 

Μόνο που δεν έκλαψες.



ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΜΕ ΤΑ ΧΑΛΚΙΝΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ

Σ' αυτό το σπίτι έχω δυο ρολόγια. Το ένα δείχνει ώρα Ελλάδας, το άλλο Γερμανίας. Ακροβατώ ανάμεσα στους δυο αυτούς χρόνους. Είμαι πολύ μικρή, χωράω στο μονό κρεβάτι, στο μικρότερο κουτάκι του μυαλού σου, χωράω στη σχισμή ανάμεσα στα δύο ημισφαίρια, εκεί που ρίχνεις τις σκέψεις σου τις φιλάνθρωπες, τα χάλκινα νομίσματα της προδοσίας, για αργυρά ούτε λόγος. Να μη βαραίνουν τις τσέπες σου, να μη βαραίνω το μυαλό σου.